Αν κανείς άλλος, εσύ

Αν κανείς άλλος, εσύ – T. Villanueva (μτφρ. ε.ρ. ρουσσάκης)

Άκου, εσύ
εσύ
που μεταμόρφωσες την αγωνία σου
σε υγιή επίγνωση,
βάλε τη φωνή σου
εκεί που είναι η μνήμη σου.
Εσύ που κατάπιες
την απογευματινή σκόνη,
υπερασπίσου ό, τι έχεις καταλάβει
με λέξεις.
Εσύ μόνο,
αν κανείς άλλος,
δεν καταδικάσει με τη φωνή του
αλλιώς θα επέλθει η διάβρωση
που φέρνει κάθε θλίψη.

Εσύ, που είδες τις εικόνες
της αηδίας να επαυξάνονται
θα καταλάβεις πώς ο χρόνος
καταβροχθίζει τους άπορους.
Εσύ, που έδωσες στον εαυτό σου
τις δικές σου εντολές,
και γνωρίζεις καλύτερα από τον καθένα
γιατί γύρισες την πλάτη σου
στα πιο δύσκολα όρια της πόλης σου.

Μην κάνεις ησυχία.
Μην τα παρατάς.
Η πιο επίμονη αλήθεια,
όπως οι ξεροκέφαλοι αδελφοί μας
μερικές φορές επιμένουν
Θυμήσου καλά
πώς ήταν η ζωή σου: θολότητα,
και κηλίδα από λάσπη
μεσ’ το ψιλόβροχο
σαθρά παράθυρα
που τα έτρωγε ο άνεμος
το χειμώνα, και μέσα
σε ένα παγωμένο πάτωμα ενός σπιτιού
όπου η παγωνιά γέμισε
τα ρούχα σου.

Πες πως μπόρεσες να φτάσεις
σε αυτό το σημείο, για να ανοίξουν
οι πόρτες της ιστορίας
για να δείς τα πρώτα σου χρόνια,
με τους δικούς σου ανθρώπους , με τους άλλους.
Βάφτισε τον δρόμο
Το ήρεμο πνεύμα της εξέγερσης που σε γαλούχησε,
και πώς ήρθες στο σημείο
να ξεμάθεις εκείνα τα μαθήματα
εκείνου του δασκάλου
του ξεδιάντροπου λεηλάτη της πατρίδας σου.

Nó, στη πραγματικότητα, Soy Salvadoreño

Fejz Sadiku

Nó, στη πραγματικότητα, Soy Salvadoreño – Javier Zamora (μτφρ. ε.ρ. ρουσσάκης)

“EL Sal-va-doh-RE-AN Salva-doh-RAN, Salva-DOH-RÍ-an,”
los mui-muis, δεν ξέρουμε καν τι
να αποκαλούμε τους εαυτούς μας. Πώς να φάμε ένα pupuza: ¿πιρούνι & μαχαίρι;
Ή να το ανοίξουμε και να του φερθούμε σαν τάκο; Αλλά τότε, προδίδουμε την εθνικιστική μας (διαβάστε:
αντί-μαύρων, αντί-αυτοχθόνων) ώθηση
που θέλει να μην αναμειγνύεται με κανέναν άλλο. Και τι είναι ένα jalapeños στο curtido,
cipotes; ¿Με τη χρήση πικάντικης “salsa”
αντί για salsa de tomate; Yπάρχουν τόσα πολλά
“restaurantes,” μια πλευρά του μενού: Μεξικάνικο,
και τα λοιπά: platos típicos. Συνήθως
Θέλω να παραγγείλω μια ensalada, αλλά μετά
μου φέρνουν μια κανονική σαλάτα.
Λέω: cóman miercoles,
γιατί θέλουν να μου χρεώσουν επιπλέον για την Harina de arroz. Extra por los nueagados. Δεν υπάρχει
πουθενά αλλού που θα προτιμούσα περισσότερο να είμαι από ο, τι στην κουζίνα της Abuelita, βλέποντας τη να βάζει φύλλα δάφνης, ντομάτες, σκόρδο, ρίγανη
στο μπλέντερ, στη συνέχεια chicharrón,
βοηθώντας την να πουλήσει σε όλους όσους γνωρίζουν πως έκανε τα καλύτερα pupusas
από το 1985 έως το 2004. Έκτοτε,
Ο Σαλβαδοριανός έγινε «Hermanos Lejanos»,
Ανταλλάξαμε την Colón με την Washingtón.
Έκτοτε
Los Hermanos Flores έψαχναν για νέους τραγουδιστές
κάθε φορά που επέστρεφαν από το Los Yunaited
στο San Salvador. Μείνε, no se vayan,
es-tei, no sean dundos
ήταν όλα όσα
αυτοί οι Σαλβαδοριανοί θα μπορούσαν να πουν.
Δεν τους ακούσαμε και ήρθαμε εδώ.
Μόνο για να αποκαλούμαστε Μεξικανοί ή Πουερτορικανοί
ανάλογα με την ακτή. Έπρεπε να πολεμήσουμε
για την καλύτερη horchata μας, όχι εκείνη με τη τεμπέλικη λευκή, μόνο ρύζι, και όταν, δεν θέλαμε να παλέψουμε προσπαθήσαμε να αναμειχθούμε,
να μιλήσουμε περισσότερο “Μεξικάνικα”, περισσότερα ira, περισσότερα popote, περισσότερα no pos guao. ¡Nó, majes! ¡No se me hagan dundos, ponganse trucha vos!

Όταν κάποιος θέλει να σε αποκαλέσει: Μεξικανό
Μπορείς απλά να απαντήσεις: Όχι,
στην πραγματικότητα, andáte a la M—
racista cara de nacionalista.

Σημείωση ενός απογεύματος

PSX_20200517_193749

Σημείωση ενός απογεύματος – Ε. Ρ. Ρουσσάκης

Το πιο συχνά οι άνθρωποι ξεχνάνε
ξεχνάνε επιπόλαια, ανώδυνα
Ό,τι κάποτε το άκουσες
από τα χείλη τους σημαντικό
κάποτε δεν θα είναι
(αν ήταν και πότε)
Όσες φορές θα υπάρξεις
για κάποιον σημαντικός
οι περισσότερες θα αποδειχτούν πλάνες
Κι όταν θα γράφεις ποιήματα
να τα καρφώνεις πάνω σε βράχους
ή στις πέτρες μακρυσμένων μοναστηριών
Γιατί κι αυτά θα έρθει μια μέρα
που θα τα πάρει στο διάβα του ο άνεμος
(Μη περιμένεις στο μεταξύ
να τα διαβάσουν οι άνθρωποι)

in the desert

solitude_by_guvenceylan-d31sdqs
[in the desert] – Stephen Crane
In the desert
I saw a creature, naked, bestial,
Who, squatting upon the ground,
Held his heart in his hands,
And ate of it.
I said, “Is it good, friend?”
“It is bitter—bitter,” he answered;
“But I like it
“Because it is bitter,
“And because it is my heart.”

[ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος]

Featured Image -- 1551
Ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος – Lawrence Ferlinghetti (μτφρ. Β. Ρουσσάκης)

o κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος
για να γεννηθείς
αν δεν σε πειράζει που η ευτυχία
δεν είναι πάντα
και τόσο διασκεδαστική 
αν δεν σε πειράζει
έν’ άγγιγμα της κόλασης
κάθε τόσο
όταν όλα είναι καλά
γιατί και στον παράδεισο
δεν τραγουδούν όλη την ώρα

ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος
για να γεννηθείς
αν δεν σε πειράζει που-
μερικοί άνθρωποι πεθαίνουν
ή ίσως λιμοκτονούν
που είναι έστω κατά το ήμισυ κακό
εάν δεν είσαι εσύ

ω ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος
για να γεννηθείς
αν δεν σε πειράζουν
μερικά ψόφια μυαλά
στις υψηλότερες θέσεις
ή μια, δύο βόμβες
κάθε τόσο
στα αναποδογυρισμένα σας πρόσωπα
ή έστω άλλες αντίστοιχες δυσχέρειες
στις οποίες η επονομαζόμενη ως κοινωνία-
εταιρία μας
είναι θύμα
με τους -προς εξαφάνιση- άνδρες της
και τους διακεκριμένους άνδρες της
και τους ιερείς της
και τους άλλους προστάτες της

και τους ποικίλους διαχωρισμούς της
και τις κοινοβουλευτικές έρευνες της
και τις άλλες δυσλειτουργίες της
που η ηλίθια σάρκα μας
θα κληρονομήσει

ναι ο κόσμος είναι το καλύτερο μέρος απ’ όλα
για πολλά πράγματα όπως
να διασκεδάζεις
και να ερωτεύεσαι
και να είσαι λυπημένος
και να τραγουδάς φθηνά τραγούδια-
και να έχεις εμπνεύσεις
και να περπατάς τριγύρω
κοιτάζοντας τα πάντα
και να μυρίζεις λουλούδια
και να σκουντάς αγάλματα
ακόμα και να σκέφτεσαι
ή και να φιλάς ανθρώπους και-
να γεννάς μωρά και να φοράς παντελόνια
και να κυματίζεις καπέλα
χορεύοντας
και να πηγαίνεις
στην ύπαιθρο για φαγητό
στο μέσο του θέρους
και απλά γενικά
«να το ζείς»
ναι αλλά
στη μέση όλων αυτών
έρχεται το χαμόγελο

νεκροθάφτης

[Αντίο σταγόνες. Αντίο.]

_rain_drops__by_x_vicious_x.jpg
[Η Σύνθλιψη των σταγόνων] – Χ. Κορτάσαρ, μτφρ. Β. Λαλιώτης

Εγώ δεν ξέρω, κοίτα, είναι τρομερό το πώς βρέχει.

Βρέχει όλη την ώρα, έξω πυκνά και γκρίζα, εδώ κόντρα στο μπαλκόνι με σταλαγματιές πηχτές και σκληρές, που κάνουν πλαφ και συνθλίβονται σαν γροθιές μιά μετά την άλλη, τί αηδία. Τώρα εμφανίζεται μια σταγονίτσα στο πάνω μέρος στο περβάζι του παραθύρου, μένει τρεμάμενη απέναντι στον ουρανό που την κομματιάζει σε χίλιες σβησμένες λάμψεις, μεγαλώνει και ταλαντεύεται, τώρα θα πέσει και δεν πέφτει, ακόμα δεν πέφτει. Είναι κολλημένη με όλα της τα νύχια, δεν θέλει να πέσει και φαίνεται πως γατζώνεται με τα δόντια, ενώ της μεγαλώνει η κοιλιά, πια είναι μια σταγονάρα που κρέμεται μεγαλοπρεπής, και ξαφνικά, ωπ, να την, πλαφ, διαλύεται, τίποτα, ένας λεκές στο μάρμαρο.

Μα υπάρχουν κι αυτές που αυτοκτονούν που παραδίνονται αμέσως, εμφανίζονται στο περβάζι και την ίδια στιγμή πέφτουν, μου φαίνεται ότι βλέπω το τρέμισμα του άλματος, τα ποδαράκια τους ν’ απλώνονται και την κραυγή που τις μεθάει σ’ αυτό το τίποτα της πτώσης και της εξαφάνισης. Θλιβερές σταγόνες, στρογγυλές αθώες σταγόνες.

Αντίο σταγόνες. Αντίο.